γυμνό σωμάτιο

γυμνό σωμάτιο
Ονομασία ενός υποθετικού και καθαρά αδρανούς σωματίου που το ξεχωρίζει από το αληθινό φυσικό σωμάτιο ντυμένο σωμάτιο. Η ονομασία αυτή έχει δοθεί κατ’ αναλογία προς το αφύσικο γυμνό κενό που διακρίνεται από το φυσικό κενό, δηλαδή τον χώρο που είναι συνεχώς γεμάτος από στιγμιαίες αφίξεις και αναχωρήσεις σωματίων (σύμφωνα με τη θεωρία του πεδίου το κενό διάστημα δεν είναι αληθινά κενό, γιατί στιγμιαίες παραβιάσεις της διατήρησης της ενέργειας έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία από το μηδέν σωματίων, που μετά εξαφανίζονται).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Τσερένκοφ, Πάβελ Αλεξέγεβιτς — Ρώσος φυσικός (; 1904). Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Βορονέζ. Το 1934, μελετώντας, σε συνεργασία με τον Βαβίλοφ, το φως που εκπέμπεται από τα υγρά τα οποία δέχονται τη δράση της ακτινοβολίας, παρατήρησε μια ελαφρά φωτεινότητα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”